ἀπατιμάζω: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπατιμάζω]] κ. ἀπατιμῶ (-άω) (Α)<br />[[εξευτελίζω]], [[ατιμάζω]].
|mltxt=[[ἀπατιμάζω]] κ. ἀπατιμῶ (-άω) (Α)<br />[[εξευτελίζω]], [[ατιμάζω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀπᾰτῑμάζω:''' = το επόμ.· μτχ. Παθ. παρακ. <i>ἀπητιμασμένος</i>, σε Αισχύλ.
}}
}}