ἀχθεινός: Difference between revisions

3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀχθεινός]], -ή, -όν (Α) [[άχθος]]<br />[[επαχθής]], [[φορτικός]].
|mltxt=[[ἀχθεινός]], -ή, -όν (Α) [[άχθος]]<br />[[επαχθής]], [[φορτικός]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀχθεινός:''' -ή, -όν ([[ἄχθος]]), [[επαχθής]], [[καταθλιπτικός]], [[πληκτικός]], Λατ. [[molestus]], λέγεται για πρόσωπα, σε Ευρ., Ξεν.· επίρρ. <i>-νῶς</i>, απρόθυμα, δυσάρεστα, στον ίδ.
}}
}}