βεμβικίζω: Difference between revisions

3
(7)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βεμβικίζω]] (Α) [[βέμβιξ]]<br />[[περιστρέφω]] [[κάτι]], το [[κάνω]] να περιστρέφεται σαν [[σβούρα]].
|mltxt=[[βεμβικίζω]] (Α) [[βέμβιξ]]<br />[[περιστρέφω]] [[κάτι]], το [[κάνω]] να περιστρέφεται σαν [[σβούρα]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''βεμβῑκίζω:''' ([[βέμβιξ]]), μέλ. Αττ. <i>-ιῶ</i>, κάνω [[κάτι]] να περιστρέφεται σαν [[σβούρα]], σε Αριστοφ.
}}
}}