δηξίθυμος: Difference between revisions

3
(9)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δηξίθυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που δαγκώνει, που βασανίζει την [[ψυχή]] («[[δηξίθυμος]] [[ἔρως]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>δηξι</i>- <span style="color: red;"><</span> <b>(μέλλ.)</b> <i>δήξομαι</i> του [[δάκνω]] <span style="color: red;">+</span> [[θυμός]] «[[ψυχή]]». Η λ. ανήκει στα [[σύνθετα]] της αρχαίας που ακολουθούν έναν αρχαϊκό σχηματισμό με α' συνθετικό ρηματικό όνομα σε -<i>τι</i> ή -(<i>σ</i>)<i>ι</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αλεξίκανος</i>, [[δεξίδωρος]], [[τερψίμβροτος]])].
|mltxt=[[δηξίθυμος]], -ον (Α)<br />αυτός που δαγκώνει, που βασανίζει την [[ψυχή]] («[[δηξίθυμος]] [[ἔρως]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>δηξι</i>- <span style="color: red;"><</span> <b>(μέλλ.)</b> <i>δήξομαι</i> του [[δάκνω]] <span style="color: red;">+</span> [[θυμός]] «[[ψυχή]]». Η λ. ανήκει στα [[σύνθετα]] της αρχαίας που ακολουθούν έναν αρχαϊκό σχηματισμό με α' συνθετικό ρηματικό όνομα σε -<i>τι</i> ή -(<i>σ</i>)<i>ι</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αλεξίκανος</i>, [[δεξίδωρος]], [[τερψίμβροτος]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δηξίθῡμος:''' -ον, = <i>δακέ-θυμος</i>, λέγεται για την [[αγάπη]], σε Αισχύλ.
}}
}}