ενειλώ: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid

Menander, Monostichoi, 435
(12)
 
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἐνειλῶ, -έω (Α)<br /><b>1.</b> [[περιτυλίσσω]]<br /><b>2.</b> [[εμπλέκω]] κάποιον σε [[κάτι]] («Κῡρov δὲ τοῑς πολεμίοις ἐνειλούμενον», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=ἐνειλῶ, -έω (Α)<br /><b>1.</b> [[περιτυλίσσω]]<br /><b>2.</b> [[εμπλέκω]] κάποιον σε [[κάτι]] («Κῡρov δὲ τοῖς πολεμίοις ἐνειλούμενον», <b>Πλούτ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 17:55, 25 March 2021

Greek Monolingual

ἐνειλῶ, -έω (Α)
1. περιτυλίσσω
2. εμπλέκω κάποιον σε κάτι («Κῡρov δὲ τοῖς πολεμίοις ἐνειλούμενον», Πλούτ.).