εὔανδρος: Difference between revisions

4
(14)
(4)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[εὔανδρος]], -ον)<br />(για έθνη ή χώρες ή πόλεις) αυτός που έχει πολλούς ενάρετους και γενναίους άνδρες («η εύανδρη Ήπειρος»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που φέρνει [[ευτυχία]] στους ανθρώπους («[[ὅπως]] ἂν [[εὔφρων]] ἥδε [[ὁμιλία]] χθονὸς τὸ λοιπὸν εὐάνδροισιν συμφοραῑς πρέπῃ» — για να φανεί καλόγνωμη αυτή η [[συντροφιά]] και να δίνει στη γη μας άλκιμα ανθρώπινα βλαστάρια, <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ανδρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ανήρ]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>άν</i>-<i>ανδρος</i>, <i>φίλ</i>-<i>ανδρος</i>].
|mltxt=-η, -ο (Α [[εὔανδρος]], -ον)<br />(για έθνη ή χώρες ή πόλεις) αυτός που έχει πολλούς ενάρετους και γενναίους άνδρες («η εύανδρη Ήπειρος»)<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που φέρνει [[ευτυχία]] στους ανθρώπους («[[ὅπως]] ἂν [[εὔφρων]] ἥδε [[ὁμιλία]] χθονὸς τὸ λοιπὸν εὐάνδροισιν συμφοραῑς πρέπῃ» — για να φανεί καλόγνωμη αυτή η [[συντροφιά]] και να δίνει στη γη μας άλκιμα ανθρώπινα βλαστάρια, <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ανδρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ανήρ]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>άν</i>-<i>ανδρος</i>, <i>φίλ</i>-<i>ανδρος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''εὔανδρος:''' -ον ([[ἀνήρ]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι [[άφθονος]] σε γενναίους άνδρες, σε Τυρτ., Ευρ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που φέρνει [[ευτυχία]], [[ευημερία]] στους ανθρώπους, σε Αισχύλ.
}}
}}