κατάλειμμα: Difference between revisions

2b
(19)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (AM [[κατάλειμμα]]) [[καταλείπω]]<br />κατάλοιπο, [[απομεινάρι]].
|mltxt=το (AM [[κατάλειμμα]]) [[καταλείπω]]<br />κατάλοιπο, [[απομεινάρι]].
}}
{{elru
|elrutext='''κατάλειμμα:''' ατος τό остаток (τὸ κ. σωθήσεται NT).
}}
}}