νεύρινος: Difference between revisions

3b
(27)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νεύρινος]], -ίνη, -ον (Α) [[νεύρον]]<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται ή κατασκευάζεται από [[νεύρο]] («λύραν νευρίνην τρίχορδον», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που αποτελείται ή έχει κατασκευαστεί από φυτικές ίνες.
|mltxt=[[νεύρινος]], -ίνη, -ον (Α) [[νεύρον]]<br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται ή κατασκευάζεται από [[νεύρο]] («λύραν νευρίνην τρίχορδον», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>2.</b> αυτός που αποτελείται ή έχει κατασκευαστεί από φυτικές ίνες.
}}
{{elru
|elrutext='''νεύρῐνος:''' <b class="num">1)</b> волокнистый (περικαλύμματα φυτῶν Plat.);<br /><b class="num">2)</b> сухожильный ([[χορδή]] Arst.);<br /><b class="num">3)</b> сделанный из сухожилий (βρόχοι Luc.; [[κεκρύφαλος]] Plut.).
}}
}}