ὁλοπόρφυρος: Difference between revisions

5
(28)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[ὁλοπόρφυρος]], -ον)<br />ο εντελώς [[πορφυρός]], [[καταπόρφυρος]], [[κατακόκκινος]].
|mltxt=-η, -ο (ΑΜ [[ὁλοπόρφυρος]], -ον)<br />ο εντελώς [[πορφυρός]], [[καταπόρφυρος]], [[κατακόκκινος]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὁλοπόρφῠρος:''' -ον ([[πορφύρα]]), αυτός που είναι [[ολόκληρος]] [[βαμμένος]] με [[πορφύρα]], σε Ξεν.
}}
}}