πολύμετρος: Difference between revisions

6
(33)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[έκταση]] πολλών μέτρων<br /><b>2.</b> αυτός που αποτελείται από [[πολλά]] [[μέτρα]], από πολλούς στίχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>βραχύ</i>-<i>μετρος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που έχει [[έκταση]] πολλών μέτρων<br /><b>2.</b> αυτός που αποτελείται από [[πολλά]] [[μέτρα]], από πολλούς στίχους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μετρος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>βραχύ</i>-<i>μετρος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''πολύμετρος:''' -ον ([[μέτρον]])·,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που είναι φτιαγμένος από [[πολλά]] [[μέτρα]], απ' όπου [[άφθονος]], [[πλούσιος]], σε Ευρ., Αριστοφ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που εμπεριέχει [[πολλά]] [[μέτρα]], σε Αθήν.
}}
}}