προσδιαστρέφω: Difference between revisions

4
(34)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br />[[διαστρέφω]], [[διαστρεβλώνω]] επί [[πλέον]] («τοῑς κατηγοροῡσι χαίρων ὡς οὐδὲ τοῑς ἐπαινοῡσιν ἐλάνθανε τῷ νουθετεῑν δοκοῡντι προσδιαστρεφόμενος», <b>Πλούτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαστρέφω]] «[[διαστρεβλώνω]]»].
|mltxt=Α<br />[[διαστρέφω]], [[διαστρεβλώνω]] επί [[πλέον]] («τοῑς κατηγοροῡσι χαίρων ὡς οὐδὲ τοῑς ἐπαινοῡσιν ἐλάνθανε τῷ νουθετεῑν δοκοῡντι προσδιαστρεφόμενος», <b>Πλούτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διαστρέφω]] «[[διαστρεβλώνω]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''προσδιαστρέφω:''' сверх того развращать, извращать или портить (τινά, τὴν αἴσθησιν Plut.).
}}
}}