συνεραστής: Difference between revisions

39
(39)
(39)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> rival en amour;<br /><b>2</b> épris aussi de.<br />'''Étymologie:''' [[συνεράω]]¹.
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> rival en amour;<br /><b>2</b> épris aussi de.<br />'''Étymologie:''' [[συνεράω]]¹.
}}
{{grml
|mltxt=ὁ, Α [[ἐραστής]]<br />αυτός που αγαπά το ίδιο [[πράγμα]] με κάποιον [[άλλο]] («τῆς ἀληθείας συνεραστά», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α [[ἐραστής]]<br />αυτός που αγαπά το ίδιο [[πράγμα]] με κάποιον [[άλλο]] («τῆς ἀληθείας συνεραστά», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>).
|mltxt=ὁ, Α [[ἐραστής]]<br />αυτός που αγαπά το ίδιο [[πράγμα]] με κάποιον [[άλλο]] («τῆς ἀληθείας συνεραστά», <b>Γρηγ. Ναζ.</b>).
}}
}}