ἀνυπόκριτος: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀνυπόκρῐτος:''' -ον ([[ὑποκρίνομαι]]), αυτός που δεν έχει [[υπόκριση]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἀνυπόκρῐτος:''' -ον ([[ὑποκρίνομαι]]), αυτός που δεν έχει [[υπόκριση]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἀνυπόκρῐτος:''' непритворный, нелицемерный NT.
}}
}}