καταλογίζομαι: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καταλογίζομαι:''' μέλ. Αττ. <i>-ιοῦμαι</i>, αποθ.·<br /><b class="num">I.</b> [[λογαριάζω]], [[αριθμώ]], [[υπολογίζω]], σε Ξεν.· κ. τὸ [[εὐεργέτημα]] [[πρός]] τινα, το [[σημειώνω]] σε λογαριασμό του, σε Δημ.· καταλογιζέσθω μηδεὶς τοῦθ' [[ὑμῖν]] ἐν ἀρετῇ, [[κανείς]] να μην λογαριάζει αυτό ως [[αρετή]], σε Αισχίν.<br /><b class="num">II.</b> [[λογαριάζω]] ή [[υπολογίζω]], Λατ. annumerare, <i>τοὺς ἀχαρίστους ἐν τοῖς ἀδίκοις</i>, σε Ξεν.
|lsmtext='''καταλογίζομαι:''' μέλ. Αττ. <i>-ιοῦμαι</i>, αποθ.·<br /><b class="num">I.</b> [[λογαριάζω]], [[αριθμώ]], [[υπολογίζω]], σε Ξεν.· κ. τὸ [[εὐεργέτημα]] [[πρός]] τινα, το [[σημειώνω]] σε λογαριασμό του, σε Δημ.· καταλογιζέσθω μηδεὶς τοῦθ' [[ὑμῖν]] ἐν ἀρετῇ, [[κανείς]] να μην λογαριάζει αυτό ως [[αρετή]], σε Αισχίν.<br /><b class="num">II.</b> [[λογαριάζω]] ή [[υπολογίζω]], Λατ. annumerare, <i>τοὺς ἀχαρίστους ἐν τοῖς ἀδίκοις</i>, σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=κατα-λογίζομαι berekenen, optellen:. καταλογίζεσθαι τό τε αὑτῶν πλῆθος καὶ τοὺς περιοικοῦντες het totaal van de eigen mensen en de mensen in de omtrek berekenen Xen. An. 5.6.16. meetellen, rekenen tot:. ἐν τοῖς ἀδίκοις καταλογίζεσθαι τοὺς ἀχαριστούς de ondankbaren rekenen tot de onrechtvaardigen Xen. Mem. 2.2.1; εὐεργεσίαν καταλογιῇ πρὸς ἡμᾶς; wil jij (het) als weldadigheid jegens ons rekenen? Luc. 28.5.
}}
}}