συνεστηκότως: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνεστηκότως:''' επίρρ. από μτχ. παρακ. του [[συνίστημι]], σίγουρα, [[σταθερά]], [[σοβαρά]], σε Αριστ.
|lsmtext='''συνεστηκότως:''' επίρρ. από μτχ. παρακ. του [[συνίστημι]], σίγουρα, [[σταθερά]], [[σοβαρά]], σε Αριστ.
}}
{{elnl
|elnltext=συνεστηκότως, adv. van het ptc. perf. intrans. bij συνίσταμαι ( συνίστημι ), ingehouden, ingetogen.
}}
}}