φρενόπληκτος: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''φρενόπληκτος:''' -ον ([[πλήσσω]]), αυτός που πάσχει στο [[μυαλό]], [[μανιακός]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''φρενόπληκτος:''' -ον ([[πλήσσω]]), αυτός που πάσχει στο [[μυαλό]], [[μανιακός]], σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''φρενόπληκτος:''' пораженный безумием Aesch.
}}
}}