ἀπορέγχω: Difference between revisions

1
(3)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπορέγχω:''' μέλ. <i>—ρέγξω</i>, [[ροχαλίζω]] εκκωφαντικά, σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀπορέγχω:''' μέλ. <i>—ρέγξω</i>, [[ροχαλίζω]] εκκωφαντικά, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπορέγχω:''' v. l. ἀπο-ρρέγχω храпеть всласть Anth.
}}
}}