γρῖφος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γρῖφος:''' ὁ,<br /><b class="num">1.</b> όπως το [[γρῖπος]], [[καλάθι]] ψαρέματος, [[κοφίνι]] για ψάρια, φτιαγμένο από [[βούρλα]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., οτιδήποτε πολύπλοκο, δυσνόητο, ασαφές [[ρητό]], [[αίνιγμα]], [[γρίφος]], σε Αριστοφ. (πιθ. συγγενές προς το [[ῥίψ]], [[ῥιπός]]).
|lsmtext='''γρῖφος:''' ὁ,<br /><b class="num">1.</b> όπως το [[γρῖπος]], [[καλάθι]] ψαρέματος, [[κοφίνι]] για ψάρια, φτιαγμένο από [[βούρλα]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">2.</b> μεταφ., οτιδήποτε πολύπλοκο, δυσνόητο, ασαφές [[ρητό]], [[αίνιγμα]], [[γρίφος]], σε Αριστοφ. (πιθ. συγγενές προς το [[ῥίψ]], [[ῥιπός]]).
}}
{{elru
|elrutext='''γρῖφος:''' ὁ<b class="num">1)</b> сеть (γρίφοις καὶ σαγήναις ἐλάφους λαμβάνειν Plut.);<br /><b class="num">2)</b> запутанная речь, загадка (αἰνίγματα καὶ γρῖφοι Plut., Luc.): οὐδὲν γρίφου διαφέρειν Arph. быть настоящей загадкой.
}}
}}