ἐτώσιος: Difference between revisions

1b
(4)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐτώσιος:''' -ον ([[ἐτός]], επίρρ.), [[μάταιος]], [[άσκοπος]], [[ανωφελής]], Λατ. [[irritus]], ἐτώσιον [[ἄχθος]] ἀρούρης, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.
|lsmtext='''ἐτώσιος:''' -ον ([[ἐτός]], επίρρ.), [[μάταιος]], [[άσκοπος]], [[ανωφελής]], Λατ. [[irritus]], ἐτώσιον [[ἄχθος]] ἀρούρης, σε Ομήρ. Ιλ. κ.λπ.
}}
{{etym
|etymtx=See also: s. 1. [[ἐτός]].
}}
}}