ἐχέμυθος: Difference between revisions

1ab
(4)
(1ab)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐχέμῡθος:''' -ον, αυτός που περιορίζει τα [[λόγια]] του, [[λιγόλογος]], [[λιγομίλητος]], [[επιφυλακτικός]], [[σιωπηλός]].
|lsmtext='''ἐχέμῡθος:''' -ον, αυτός που περιορίζει τα [[λόγια]] του, [[λιγόλογος]], [[λιγομίλητος]], [[επιφυλακτικός]], [[σιωπηλός]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=ἐχέ-μῡθος, ον<br />restraining [[speech]], [[taciturn]].
}}
}}