3,277,206
edits
(4) |
(1ab) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''θᾰλᾰμιός:''' -ά, -όν, αυτός που ανήκει ή χαρακτηρίζει τον [[θάλαμον]]· ως ουσ.,<br /><b class="num">I.</b> [[θαλαμιός]], ὁ = [[θαλαμίτης]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[θαλαμία]], Ιων. -ιή (λημ. [[κώπη]]), <i>ἡ</i>, το [[κουπί]] του <i>θαλαμίτου</i>, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> (λημ. <i>ὀπὴ</i>) η [[τρύπα]] στα [[πλευρά]] του πλοίου, από την οποία έβγαιναν και λειτουργούσαν τα [[κουπιά]]· διὰ θαλαμιῆς [[διελεῖν]] τινα, [[τοποθετώ]] κάποιον έτσι ώστε το πάνω μισό του σώματός του να προεξέχει από αυτή τη [[τρύπα]], σε Ηρόδ. | |lsmtext='''θᾰλᾰμιός:''' -ά, -όν, αυτός που ανήκει ή χαρακτηρίζει τον [[θάλαμον]]· ως ουσ.,<br /><b class="num">I.</b> [[θαλαμιός]], ὁ = [[θαλαμίτης]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[θαλαμία]], Ιων. -ιή (λημ. [[κώπη]]), <i>ἡ</i>, το [[κουπί]] του <i>θαλαμίτου</i>, σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> (λημ. <i>ὀπὴ</i>) η [[τρύπα]] στα [[πλευρά]] του πλοίου, από την οποία έβγαιναν και λειτουργούσαν τα [[κουπιά]]· διὰ θαλαμιῆς [[διελεῖν]] τινα, [[τοποθετώ]] κάποιον έτσι ώστε το πάνω μισό του σώματός του να προεξέχει από αυτή τη [[τρύπα]], σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=θᾰλᾰμιός, ή, όν<br />of or belonging to the [[θάλαμος]]:—as Subst.,<br /><b class="num">I.</b> [[θαλαμιός]], ὁ, = [[θαλαμίτης]], Thuc.<br /><b class="num">II.</b> [[θαλαμία]], ionic -ιή (sub. κώπἠ, the oar of the [[θαλαμίτης]], Ar.<br /><b class="num">2.</b> (sub. ὀπή) the [[hole]] in the [[ship]]'s [[side]], [[through]] [[which]] [[this]] oar worked, διὰ θαλαμιῆς [[διελεῖν]] τινα to [[place]] a man so that his [[upper]] [[half]] projected [[through]] [[this]] [[hole]], Hdt. | |||
}} | }} |