κυκλοδίωκτος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κυκλοδίωκτος:''' -ον ([[διώκω]]), αυτός που οδηγείται μέσα σε κύκλο, σε Ανθ.
|lsmtext='''κυκλοδίωκτος:''' -ον ([[διώκω]]), αυτός που οδηγείται μέσα σε κύκλο, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''κυκλοδίωκτος:''' гоняемый по кругу ([[ὄνος]] Anth.).
}}
}}