λιμνώδης: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λιμνώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), όμοιος με [[λίμνη]] ή [[έλος]], [[ελώδης]]· <i>τὸ λιμνῶδες τοῦ Στρυμόνος</i>, ελώδες [[έδαφος]] στο [[στόμιο]] του ποταμού Στρυμόνα, σε Θουκ.
|lsmtext='''λιμνώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), όμοιος με [[λίμνη]] ή [[έλος]], [[ελώδης]]· <i>τὸ λιμνῶδες τοῦ Στρυμόνος</i>, ελώδες [[έδαφος]] στο [[στόμιο]] του ποταμού Στρυμόνα, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''λιμνώδης:''' <b class="num">1)</b> болотистый, богатый болотами (ὁ [[Πόντος]] Arst.; τόποι Polyb.; [[διάχυσις]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> болотный (sc. τὰ ὕδατα Arst.).
}}
}}