ὀνίδιον: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀνίδιον:''' [νῐ], τό, υποκορ. του [[ὄνος]], [[μικρός]] σε [[ηλικία]] [[γάιδαρος]], [[γαϊδουράκι]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ὀνίδιον:''' [νῐ], τό, υποκορ. του [[ὄνος]], [[μικρός]] σε [[ηλικία]] [[γάιδαρος]], [[γαϊδουράκι]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνίδιον:''' (ῐδ) τό осленок или ослик Arph.
}}
}}