3,271,151
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πᾰλίμπλῠτος:''' -ον, αυτός που πλένεται από την [[αρχή]], συρραμμένος, συγκολλημένος· μεταφ., λέγεται για λογοκλόπο, σε Ανθ. | |lsmtext='''πᾰλίμπλῠτος:''' -ον, αυτός που πλένεται από την [[αρχή]], συρραμμένος, συγκολλημένος· μεταφ., λέγεται για λογοκλόπο, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πᾰλίμπλῠτος:''' перемывающий, т. е. подчищающий (чужие рукописи, чтобы выдать их за свои): π. [[κηφήν]] Anth. трутень-плагиатор. | |||
}} | }} |