πάραυτα: Difference between revisions

2b
(5)
(2b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πάραυτᾰ:''' επίρρ. αντί <i>παρ' αὐτά</i> (ενν. <i>τὰ πράγματα</i>), με παρόμοιο τρόπο, Λατ. [[perinde]] ή (όπως σε άλλους) = [[παραυτίκα]], στην [[αρχή]], σε Αισχίν., Δημ.
|lsmtext='''πάραυτᾰ:''' επίρρ. αντί <i>παρ' αὐτά</i> (ενν. <i>τὰ πράγματα</i>), με παρόμοιο τρόπο, Λατ. [[perinde]] ή (όπως σε άλλους) = [[παραυτίκα]], στην [[αρχή]], σε Αισχίν., Δημ.
}}
{{etym
|etymtx=-ιά<br />Grammatical information: adv.<br />Meaning: [[innediately]] (Aesch., D)
}}
}}