σταλαγμός: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στᾰλαγμός:''' ὁ ([[σταλάσσω]]), [[στάξιμο]], [[στάλαξη]], [[σταγόνα]], σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>σταλαγμὸς εἰρήνης</i>, ύστατη [[ελπίδα]] για [[ειρήνευση]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''στᾰλαγμός:''' ὁ ([[σταλάσσω]]), [[στάξιμο]], [[στάλαξη]], [[σταγόνα]], σε Αισχύλ., Ευρ.· <i>σταλαγμὸς εἰρήνης</i>, ύστατη [[ελπίδα]] για [[ειρήνευση]], σε Αριστοφ.
}}
{{elnl
|elnltext=σταλαγμός -οῦ, ὁ [σταλάττω] druppeling, druppel:; σ. αἵματος een druppel bloed Eur. Ion 351 = σ. φόνου Eur. Hec. 241; overdr.. σταλαγμὸν εἰρήνης ἕνα εἰς τὸν καλαμίσκον ἐνστάλαξον τουτονί druppel één druppel vrede in dit rieten buisje hier Aristoph. Ach. 1033.
}}
}}