στρατεύσιμος: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στρᾰτεύσιμος:''' -ον, [[κατάλληλος]], [[ικανός]] για στρατιωτική [[υπηρεσία]], [[στρατεύσιμος]], σε Ξεν.
|lsmtext='''στρᾰτεύσιμος:''' -ον, [[κατάλληλος]], [[ικανός]] για στρατιωτική [[υπηρεσία]], [[στρατεύσιμος]], σε Ξεν.
}}
{{elnl
|elnltext=στρατεύσιμος -ον [στρατεύω] geschikt voor het leger, weerbaar.
}}
}}