3,243,582
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑποβλήδην:''' ([[ὑποβάλλω]]), επίρρ.,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που επιβάλλεται εμμέσως, δηλ. με [[επιφυλακτικότητα]] ή ως [[ένδειξη]] μομφής, ελέγχου, αποδοκιμασίας ή για να διακόψει αυτόν που μιλά, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> λοξά, στραβά, [[πλαγίως]], σε Ομηρ. Ύμν. | |lsmtext='''ὑποβλήδην:''' ([[ὑποβάλλω]]), επίρρ.,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που επιβάλλεται εμμέσως, δηλ. με [[επιφυλακτικότητα]] ή ως [[ένδειξη]] μομφής, ελέγχου, αποδοκιμασίας ή για να διακόψει αυτόν που μιλά, σε Ομήρ. Ιλ.<br /><b class="num">II.</b> λοξά, στραβά, [[πλαγίως]], σε Ομηρ. Ύμν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑποβλήδην:''' adv.<br /><b class="num">1)</b> перебивая (τὸν ὑ. ἠμείβετο Hom.);<br /><b class="num">2)</b> искоса (χῶρον ὑ. ἐσκέψατο HH). | |||
}} | }} |