3,274,175
edits
(4b) |
m (Text replacement - "———————— " to "<br />") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />-ον, και ιων. τ. [[φοινικήϊος]] (II), -ΐη, -ον [[φοῑνιξ</i> (III), -<i>οίνικος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[δένδρο]] [[φοίνικας]] ή [[εκείνος]] που προέρχεται από το [[δένδρο]] αυτό («[[φοινίκειος]] [[οἶνος]]», <b>Διόδ.</b>). | |mltxt=<b>(I)</b><br />-ον, και ιων. τ. [[φοινικήϊος]] (II), -ΐη, -ον [[φοῑνιξ</i> (III), -<i>οίνικος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[δένδρο]] [[φοίνικας]] ή [[εκείνος]] που προέρχεται από το [[δένδρο]] αυτό («[[φοινίκειος]] [[οἶνος]]», <b>Διόδ.</b>).<br /><b>(II)</b><br />-ον, και ιων. τ. [[φοινικήϊος]], (Ι), -ΐη, -ον [[Φοῑνιξ</i>, -<i>οίνικος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Φοίνικες ή στη [[Φοινίκη]], [[φοινικικός]] (Ι) («φοινίκειον [[φιλοτέχνημα]]», Ηλιόδ.)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ φοινίκεια</i><br />(ενν. <i>γράμματα</i>) το αρχαίο ιωνικό [[αλφάβητο]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «φοινικηΐη voῡσος»<br /><b>ιατρ.</b> η [[ελεφαντίαση]] <b>(Ιπποκρ.)</b>. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''φοινίκειος:''' ион. φοινῑκήϊος 2 (νῑ)<br /><b class="num">1)</b> пальмовый ([[οἶνος]] Her., Diod.);<br /><b class="num">2)</b> сделанный из пальмовых листьев ([[ἐσθής]] Her.). | |elrutext='''φοινίκειος:''' ион. φοινῑκήϊος 2 (νῑ)<br /><b class="num">1)</b> пальмовый ([[οἶνος]] Her., Diod.);<br /><b class="num">2)</b> сделанный из пальмовых листьев ([[ἐσθής]] Her.). | ||
}} | }} |