νεανίευμα: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''νεᾱνίευμα''': τό, νεανική, δηλ. [[εὔτολμος]] ἢ (ἐπὶ κακῆς σημασίας) [[ἀπερίσκεπτος]] [[πρᾶξις]] ἢ [[λόγος]] [[τοιοῦτος]], Πλάτ. Πολ. 390Α, Λυσ. παρὰ [[Πολυδ]]. Β΄, 2, Λουκ., κλ.
|lstext='''νεᾱνίευμα''': τό, νεανική, δηλ. [[εὔτολμος]] ἢ (ἐπὶ κακῆς σημασίας) [[ἀπερίσκεπτος]] [[πρᾶξις]] ἢ [[λόγος]] [[τοιοῦτος]], Πλάτ. Πολ. 390Α, Λυσ. παρὰ Πολυδ. Β΄, 2, Λουκ., κλ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly