ποιητικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "…</b>" to "</b>…")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ποιητικός''': -ή, -όν, ([[ποιέω]]) ὁ δυνάμενος νὰ ποιήσῃ, [[δημιουργικός]], [[παραγωγικός]], ἀντίθετον τῷ πρακτικὸς ([[ἐνεργητικός]], Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 4, κἑξ.)., τινος ὁ αὐτὸς ἐν Τοπ. 6. 10, 1, Πλάτ. Ὅροι 411D· ― ἀπολ., αἱ π. τέχναι, αἱ παραγωγικαὶ ἢ χρήσιμοι εἰς τὸν βίον τέχναι, αἱ ἔχουσαι ὑλικόν τινα σκοπόν, [[οἷον]] ἡ ἀρχιτεκτονική, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν ποίησιν, μουσικήν, κτλ., Ἀριστ. Ἠθικ. Μεγ. 1. 35, 8, πρβλ. [[Πολυδ]]. Α΄, 4, 4, Διογ. Λ. 3. 84˙ ― ἡ ποιητική, ἡ [[δύναμις]] τοῦ παράγειν, Πλάτ. Σοφιστ. 265Β. ― Ἐπίρρ., ποιητικῶς (ἐξυπ. τῆς ὑγιείας), [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ παράγῃ ὑγείαν, Ἀριστ. Τοπ. 1. 15, 10. 2) ἐπὶ προσώπων, [[ἐπινοητικός]], εὐφυής, Χαιρήμων παρ’ Ἀθην. 562F. ΙΙ. ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ποιητικὴν τέχνην, ὁ ἁρμόζων εἰς ποιητήν, ἀνήκων εἰς ποιητήν, [[λέξις]] Ἰσοκρ. 319D˙ ἐπὶ προσώπων, Πλάτ. Πολ. 393D˙ Ὅμηρον ποιητικώτατον [[εἶναι]] [[αὐτόθι]] 607Α˙ π. καὶ μουσικοὶ ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 802Β, πρβλ. 700D, κτλ.˙ οἱ ποιητικοὶ = οἱ ποιηταὶ [[αὐτόθι]] 656C˙ -ἡ ποιητικὴ (δηλ. [[τέχνη]]), ἡ [[τέχνη]] τοῦ συντιθέναι ποιήματα, ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 502D, Ἀριστ., κτλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Πλάτ. Πολ. 332Β.
|lstext='''ποιητικός''': -ή, -όν, ([[ποιέω]]) ὁ δυνάμενος νὰ ποιήσῃ, [[δημιουργικός]], [[παραγωγικός]], ἀντίθετον τῷ πρακτικὸς ([[ἐνεργητικός]], Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 4, κἑξ.)., τινος ὁ αὐτὸς ἐν Τοπ. 6. 10, 1, Πλάτ. Ὅροι 411D· ― ἀπολ., αἱ π. τέχναι, αἱ παραγωγικαὶ ἢ χρήσιμοι εἰς τὸν βίον τέχναι, αἱ ἔχουσαι ὑλικόν τινα σκοπόν, [[οἷον]] ἡ ἀρχιτεκτονική, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν ποίησιν, μουσικήν, κτλ., Ἀριστ. Ἠθικ. Μεγ. 1. 35, 8, πρβλ. Πολυδ. Α΄, 4, 4, Διογ. Λ. 3. 84˙ ― ἡ ποιητική, ἡ [[δύναμις]] τοῦ παράγειν, Πλάτ. Σοφιστ. 265Β. ― Ἐπίρρ., ποιητικῶς (ἐξυπ. τῆς ὑγιείας), [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ παράγῃ ὑγείαν, Ἀριστ. Τοπ. 1. 15, 10. 2) ἐπὶ προσώπων, [[ἐπινοητικός]], εὐφυής, Χαιρήμων παρ’ Ἀθην. 562F. ΙΙ. ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ποιητικὴν τέχνην, ὁ ἁρμόζων εἰς ποιητήν, ἀνήκων εἰς ποιητήν, [[λέξις]] Ἰσοκρ. 319D˙ ἐπὶ προσώπων, Πλάτ. Πολ. 393D˙ Ὅμηρον ποιητικώτατον [[εἶναι]] [[αὐτόθι]] 607Α˙ π. καὶ μουσικοὶ ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 802Β, πρβλ. 700D, κτλ.˙ οἱ ποιητικοὶ = οἱ ποιηταὶ [[αὐτόθι]] 656C˙ -ἡ ποιητικὴ (δηλ. [[τέχνη]]), ἡ [[τέχνη]] τοῦ συντιθέναι ποιήματα, ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 502D, Ἀριστ., κτλ. ― Ἐπίρρ. -κῶς, Πλάτ. Πολ. 332Β.
}}
}}
{{bailly
{{bailly