αὔριον: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''αὔριον''': ἐπίρρ. (ἴδε ἐν λ. ἠώς)· Λατ. cras, Ἰλ. Ι. 357, Ὀδ. Α. 272, Ἀττ.· [[αὔριον]] [[τηνικάδε]], [[αὔριον]] τοιαύτην ὥραν, Πλάτ. Φαίδων 76Β. - [[ὡσαύτως]], ἐς [[αὔριον]] Ἰλ. Θ. 538, ἢ [[μέχρι]] τῆς [[αὔριον]], [[ἔμπης]] οὖν ἐπιμεῖναι ἐς [[αὔριον]] Ὀδ. Λ. 351· [[οὕτως]], ἐς [[αὔριον]] Νικοχάρης ἐν Ἀδήλ. 1. πρβλ. [[ἐπαύριον]]. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. [[αὔριον]] ἣν ἀρετὴν διαείσεται, τῇ [[αὔριον]] ἡμέρᾳ τὴν [[ἑαυτοῦ]] ἀνδρείαν ἐπιγνώσεται, (ἴδε [[διαείδω]]), Ἰλ. Θ. 535. ΙΙΙ. Παρ’ Ἀττ., ἡ [[αὔριον]] (ἐνν [[ἡμέρα]]) Σοφ. Ἀποσπ. 945, (ἐν Ο. Τ. 1090, ἀνάπαισότς τις [[οἷον]] ἑτέραν, ἀπαιτεῖται ὑπὸ τοῦ μέτρου)· τὴν [[αὔριον]] μέλλουσαν Εὐρ. Ἄλκ. 784· [[μετὰ]] τοῦ [[ἡμέρα]], ἡ αὔρ. [[ἡμέρα]] Ξεν. Οἰκ. 11. 6, Λυσ. 175. 35· [[ὡσαύτως]], ἡ ἐς [[αὔριον]] [[ἡμέρα]] Σοφ. Ο. Κ. 567· τὸ ἐς [[αὔριον]] ὁ αὐτ. Ἀποσπ. 685· εἰς τὴν [[αὔριον]] Ἄλεξ. ἐν «Ὕπνῳ» 2, κ. ἀλλ.· [[ὡσαύτως]], εἰς ταὔριον Ἀναξανδρίδ. ἐν «Ἀγχίσῃ» 1. Meineke· ὁ [[αὔριον]] [[χρόνος]] Εὐρ. Ἱππ. 1117· - ἡ Αὔριον, κατὰ προσωποποίησιν ὑπὸ Σιμωνίδου 47.
|lstext='''αὔριον''': ἐπίρρ. (ἴδε ἐν λ. ἠώς)· Λατ. cras, Ἰλ. Ι. 357, Ὀδ. Α. 272, Ἀττ.· [[αὔριον]] [[τηνικάδε]], [[αὔριον]] τοιαύτην ὥραν, Πλάτ. Φαίδων 76Β. - [[ὡσαύτως]], ἐς [[αὔριον]] Ἰλ. Θ. 538, ἢ [[μέχρι]] τῆς [[αὔριον]], [[ἔμπης]] οὖν ἐπιμεῖναι ἐς [[αὔριον]] Ὀδ. Λ. 351· [[οὕτως]], ἐς [[αὔριον]] Νικοχάρης ἐν Ἀδήλ. 1. πρβλ. [[ἐπαύριον]]. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. [[αὔριον]] ἣν ἀρετὴν διαείσεται, τῇ [[αὔριον]] ἡμέρᾳ τὴν [[ἑαυτοῦ]] ἀνδρείαν ἐπιγνώσεται, (ἴδε [[διαείδω]]), Ἰλ. Θ. 535. ΙΙΙ. Παρ’ Ἀττ., ἡ [[αὔριον]] (ἐνν [[ἡμέρα]]) Σοφ. Ἀποσπ. 945, (ἐν Ο. Τ. 1090, ἀνάπαισότς τις [[οἷον]] ἑτέραν, ἀπαιτεῖται ὑπὸ τοῦ μέτρου)· τὴν [[αὔριον]] μέλλουσαν Εὐρ. Ἄλκ. 784· μετὰ τοῦ [[ἡμέρα]], ἡ αὔρ. [[ἡμέρα]] Ξεν. Οἰκ. 11. 6, Λυσ. 175. 35· [[ὡσαύτως]], ἡ ἐς [[αὔριον]] [[ἡμέρα]] Σοφ. Ο. Κ. 567· τὸ ἐς [[αὔριον]] ὁ αὐτ. Ἀποσπ. 685· εἰς τὴν [[αὔριον]] Ἄλεξ. ἐν «Ὕπνῳ» 2, κ. ἀλλ.· [[ὡσαύτως]], εἰς ταὔριον Ἀναξανδρίδ. ἐν «Ἀγχίσῃ» 1. Meineke· ὁ [[αὔριον]] [[χρόνος]] Εὐρ. Ἱππ. 1117· - ἡ Αὔριον, κατὰ προσωποποίησιν ὑπὸ Σιμωνίδου 47.
}}
}}
{{bailly
{{bailly