ἐπιφοιτάω: Difference between revisions

m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "γ" to "γ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐπιφοιτάω''': Ἰων. -έω, [[μεταβαίνω]] που συχνά, [[συχνάζω]], πλεῦνος δὲ ἀεὶ γινομένου τοῦ ἐπιφοιτέοντος, ἀντὶ πλεύνων δὲ ἀεὶ γινομένων τῶν ἐπιφοιτεόντων, τῶν προσερχομένων νὰ δικασθῶσιν, Ἡρόδ. 1. 97., 9. 28· ὁ ἐπιφοιτέων [[κέραμος]], τὰ ἀεὶ εἰσαγόμενα ἀγγεῖα οἴνου, ὁ αὐτ. 3. 6· ἐπ. ἐς..., [[περιέρχομαι]] εἰς διάφορα μέρη, Θουκ. 1. 135· [[ὥστε]] τὴν γῆν δῃοῦν ἐπιφοιτῶντες, [[ὥστε]] εἰσβάλλοντες νὰ δῃῶμεν τὴν γῆν, [[αὐτόθι]] 81. 2) [[μετὰ]] δοτ. προσ., [[σπάνιος]] ἐπιφοιτᾷ σφι, σπανίως ἐπισκέπτεται αὐτούς, περὶ τοῦ ἱεροῦ πτηνοῦ τῶν Αἰγυπτίων φοίνικος, Ἡρόδ. 2. 73, πρβλ. Λουκ. Ἔρωτ. 9. 3) μετ’ αἰτ. προσ., ἐπὶ ὀνείρων, φῄς τοι... ἐπιφοιτᾶν [[ὄνειρον]] θεοῦ τινος πομπῇ Ἡρόδ. 7. 16, πρβλ. 15. 16· ἐπὶ νόσου, [[ἐπανέρχομαι]], Ἱππ. 169C, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 4· ἐπεφοίτα [[πανταχόσε]], μετέβαινε [[πανταχοῦ]], Πλουτ. Ἀντ. 65.
|lstext='''ἐπιφοιτάω''': Ἰων. -έω, [[μεταβαίνω]] που συχνά, [[συχνάζω]], πλεῦνος δὲ ἀεὶ γινομένου τοῦ ἐπιφοιτέοντος, ἀντὶ πλεύνων δὲ ἀεὶ γινομένων τῶν ἐπιφοιτεόντων, τῶν προσερχομένων νὰ δικασθῶσιν, Ἡρόδ. 1. 97., 9. 28· ὁ ἐπιφοιτέων [[κέραμος]], τὰ ἀεὶ εἰσαγόμενα ἀγγεῖα οἴνου, ὁ αὐτ. 3. 6· ἐπ. ἐς..., [[περιέρχομαι]] εἰς διάφορα μέρη, Θουκ. 1. 135· [[ὥστε]] τὴν γῆν δῃοῦν ἐπιφοιτῶντες, [[ὥστε]] εἰσβάλλοντες νὰ δῃῶμεν τὴν γῆν, [[αὐτόθι]] 81. 2) μετὰ δοτ. προσ., [[σπάνιος]] ἐπιφοιτᾷ σφι, σπανίως ἐπισκέπτεται αὐτούς, περὶ τοῦ ἱεροῦ πτηνοῦ τῶν Αἰγυπτίων φοίνικος, Ἡρόδ. 2. 73, πρβλ. Λουκ. Ἔρωτ. 9. 3) μετ’ αἰτ. προσ., ἐπὶ ὀνείρων, φῄς τοι... ἐπιφοιτᾶν [[ὄνειρον]] θεοῦ τινος πομπῇ Ἡρόδ. 7. 16, πρβλ. 15. 16· ἐπὶ νόσου, [[ἐπανέρχομαι]], Ἱππ. 169C, Ἀρετ. Χρον. Νούσ. Θεραπευτ. 1. 4· ἐπεφοίτα [[πανταχόσε]], μετέβαινε [[πανταχοῦ]], Πλουτ. Ἀντ. 65.
}}
}}
{{bailly
{{bailly