3,277,206
edits
mNo edit summary |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1249.png Seite 1249]] leuchten, aber gebräuchlich war wohl nur das part. φαέθων, leuchtend, scheinend, bei Hom. Il. 11, 735 Od. 5, 479. 11, 16. 19, 441 Beiwort des Sonnengottes; so auch Hes. u. Soph. El. 814; Eur. El. 465; πάννυχα καὶ φαέθοντα, bei Nacht und bei Tage, Soph. Ai. 930; VLL. – S. auch nom. pr. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1249.png Seite 1249]] leuchten, aber gebräuchlich war wohl nur das part. φαέθων, leuchtend, scheinend, bei Hom. Il. 11, 735 Od. 5, 479. 11, 16. 19, 441 Beiwort des Sonnengottes; so auch Hes. u. Soph. El. 814; Eur. El. 465; πάννυχα καὶ φαέθοντα, bei Nacht und bei Tage, Soph. Ai. 930; VLL. – S. auch nom. pr. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>seul. part. prés.</i> φαέθων, οντος;<br />brillant <i>ép. du soleil</i>;<br /><i>subst.</i> ὁ φαέθων le soleil, le jour : [[πάννυχα]] καὶ φαέθοντα SOPH nuit et jour.<br />'''Étymologie:''' [[φάος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φαέθω''': (ἴδε φάω) [[λάμπω]], εὑρισκόμενον μόνον· ἐν τῇ μετοχ. φαέθων, λάμπων, ἀκτινοβολῶν, ὡς ἐπίθ. τοῦ ἡλίου, Ἰλ. Λ. 735, Ὀδ. Ε. 479, Λ. 16, Ἡσ. Θεογ. 760 οὕτω Σοφ. Ἠλ. 824, Εὐρ. Ἠλ. 464 (ἐν λυρ. χωρίοις). 2) ἀπολ., [[ἥλιος]], Ἀνθ. Παλατ. 5. 274., 9. 137· ― [[πάννυχα]] καὶ φαέθοντα, νύκτα καὶ ἡμέραν. Σοφ. Αἴ. 930. ΙΙ. ὡς κύριον [[ὄνομα]], 1) Φαέθων, ὁ, εἷς τῶν ἵππων τῆς Ἠοῦς τῶν φερόντων τὸ φῶς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, Ὀδ. Ψ. 246· πρβλ. [[Λάμπος]]. 2) ὁ υἱὸς τῆς Ἠοῦς καὶ τοῦ Κεφάλου (ἢ τοῦ Τιθωνοῦ κατὰ τὸν Ἀπολλόδ. 3. 14, 3), ἀπαχθεὶς ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης, Ἡσ. Θεογ. 987. 3) υἱὸς τοῦ Ἡλίου καὶ τῆς Κλυμένης [[περίφημος]] γενόμενος ἐν τοῖς μεταγενεστέροις μύθοις ἐπὶ τῷ δυστυχήματι [[ὅπερ]] ἐγένετο αὐτῷ ἐν τῷ ἡνιοχεῖν τοὺς ἵππους τοῦ Ἡλίου, Ἑλλάν. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Πινδ. Ο. 7. 135, Εὐρ. Ἱππ. 740, πρβλ. τὰ Ἀποσπάσματα [[αὐτοῦ]] τῆς τραγῳδίας Φαέθων. 4) ὁ [[πλανήτης]] Ζεύς, Ἀριστ. π. Κόσμ. 2. 9, Κικ. Ν. D. 2. 20. | |lstext='''φαέθω''': (ἴδε φάω) [[λάμπω]], εὑρισκόμενον μόνον· ἐν τῇ μετοχ. φαέθων, λάμπων, ἀκτινοβολῶν, ὡς ἐπίθ. τοῦ ἡλίου, Ἰλ. Λ. 735, Ὀδ. Ε. 479, Λ. 16, Ἡσ. Θεογ. 760 οὕτω Σοφ. Ἠλ. 824, Εὐρ. Ἠλ. 464 (ἐν λυρ. χωρίοις). 2) ἀπολ., [[ἥλιος]], Ἀνθ. Παλατ. 5. 274., 9. 137· ― [[πάννυχα]] καὶ φαέθοντα, νύκτα καὶ ἡμέραν. Σοφ. Αἴ. 930. ΙΙ. ὡς κύριον [[ὄνομα]], 1) Φαέθων, ὁ, εἷς τῶν ἵππων τῆς Ἠοῦς τῶν φερόντων τὸ φῶς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, Ὀδ. Ψ. 246· πρβλ. [[Λάμπος]]. 2) ὁ υἱὸς τῆς Ἠοῦς καὶ τοῦ Κεφάλου (ἢ τοῦ Τιθωνοῦ κατὰ τὸν Ἀπολλόδ. 3. 14, 3), ἀπαχθεὶς ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης, Ἡσ. Θεογ. 987. 3) υἱὸς τοῦ Ἡλίου καὶ τῆς Κλυμένης [[περίφημος]] γενόμενος ἐν τοῖς μεταγενεστέροις μύθοις ἐπὶ τῷ δυστυχήματι [[ὅπερ]] ἐγένετο αὐτῷ ἐν τῷ ἡνιοχεῖν τοὺς ἵππους τοῦ Ἡλίου, Ἑλλάν. παρὰ τῷ Σχολ. εἰς Πινδ. Ο. 7. 135, Εὐρ. Ἱππ. 740, πρβλ. τὰ Ἀποσπάσματα [[αὐτοῦ]] τῆς τραγῳδίας Φαέθων. 4) ὁ [[πλανήτης]] Ζεύς, Ἀριστ. π. Κόσμ. 2. 9, Κικ. Ν. D. 2. 20. | ||
}} | }} | ||
{{eles | {{eles |