3,277,243
edits
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
m (Text replacement - "εῑ" to "εῖ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (AM [[λείψανον]])<br /><b>1.</b> [[τεμάχιο]] που απέμεινε από ένα όλο, [[υπόλειμμα]], [[υπόλοιπο]], κατάλοιπο, [[απομεινάρι]] (α. «τα λείψανα του γεύματος τά έφαγε ο [[σκύλος]]» β. «Ἀργοῦς [[κάρα]] σὺν λειψάνῳ πεπληγμένος», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> το νεκρό ανθρώπινο [[σώμα]], [[πτώμα]], [[σορός]], [[σκήνωμα]] («τὰ δὲ λείψανα τοῦ σώματος ἑκάστου πολὺν χρόνον παραμένειν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[σκελετωμένος]], [[κάτισχνος]], πολύ [[αδύνατος]]<br /><b>2.</b> <b>αρχαιολ.</b> [[ίχνος]], [[μαρτυρία]] («τα λείψανα του αρχαίου πολιτισμού»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κηδεία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[άγια]] λείψανα» ή, [[απλώς]], «λείψανα» — τα οστά ή τα σώματα μαρτύρων ή άλλων αγίων, [[καθώς]] και τα αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν αυτοί όταν ήταν ζωντανοί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) αυτός που απέμεινε από μια [[ομάδα]] ή από ένα [[γένος]] («το δε παλαιὸν ἀνδρὸς [[λείψανον]] [[φίλων]] | |mltxt=το (AM [[λείψανον]])<br /><b>1.</b> [[τεμάχιο]] που απέμεινε από ένα όλο, [[υπόλειμμα]], [[υπόλοιπο]], κατάλοιπο, [[απομεινάρι]] (α. «τα λείψανα του γεύματος τά έφαγε ο [[σκύλος]]» β. «Ἀργοῦς [[κάρα]] σὺν λειψάνῳ πεπληγμένος», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> το νεκρό ανθρώπινο [[σώμα]], [[πτώμα]], [[σορός]], [[σκήνωμα]] («τὰ δὲ λείψανα τοῦ σώματος ἑκάστου πολὺν χρόνον παραμένειν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[σκελετωμένος]], [[κάτισχνος]], πολύ [[αδύνατος]]<br /><b>2.</b> <b>αρχαιολ.</b> [[ίχνος]], [[μαρτυρία]] («τα λείψανα του αρχαίου πολιτισμού»)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> [[κηδεία]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «[[άγια]] λείψανα» ή, [[απλώς]], «λείψανα» — τα οστά ή τα σώματα μαρτύρων ή άλλων αγίων, [[καθώς]] και τα αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν αυτοί όταν ήταν ζωντανοί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) αυτός που απέμεινε από μια [[ομάδα]] ή από ένα [[γένος]] («το δε παλαιὸν ἀνδρὸς [[λείψανον]] [[φίλων]] κυρεῖ», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ λείψανα</i><br />α) τα [[πεπραγμένα]], τα κατορθώματα κάποιου<br />β) η [[συνέπεια]], το [[αποτέλεσμα]], τα επακόλουθα («λείψανα τῶν Ἰλιακῶν παθημάτων», Λογγίν.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>λειψ</i>- (<b>βλ.</b> [[λείπω]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ανον</i> ([[πρβλ]]. [[δρέπανο]], [[φάσγανο]])]. | ||
}} | }} |