περιληπτικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "d’" to "d'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0582.png Seite 582]] ή, όν, zum Umfassen, Zusammennehmen geschickt, geneigt; Arist. gen. an. 1, 12; Plut. Bei den Gramm. = collectivus, ὀνόματα.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0582.png Seite 582]] ή, όν, zum Umfassen, Zusammennehmen geschickt, geneigt; Arist. gen. an. 1, 12; Plut. Bei den Gramm. = collectivus, ὀνόματα.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui a la propriété de comprendre, d'embrasser, gén..<br />'''Étymologie:''' [[περιλαμβάνω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''περιληπτικός''': -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ περιλάβῃ τι. ὅσοις δ’ ἡ τοῦ δέρματος [[φύσις]] ἐναντιοῦται διὰ σκληρότητα πρὸς τὸ μὴ περιληπτικὴν [[εἶναι]] [[μηδὲ]] μαλθακὴν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 12, 3, ΙΙ. ὁ περιλαμβάνων, περιέχων, ἡ δὲ τοῦ δωδεκαέδρου [[φύσις]] περιληπτικὴ τῶν ἄλλων σχημάτων οὖσα Πλούτ. 2. 428D, πρβλ. 1003D, κτλ.· ὁ πολλὰ περιλαμβάνων, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 143· περιληπτικὸν [[ὄνομα]] Ἐτυμολ. Μέγ., κτλ.· πρβλ. [[περίληψις]]. - Ἐπίρρ. -κῶς, Κλήμ. Ἀλ. 802, κτλ.
|lstext='''περιληπτικός''': -ή, -όν, ὁ δυνάμενος νὰ περιλάβῃ τι. ὅσοις δ’ ἡ τοῦ δέρματος [[φύσις]] ἐναντιοῦται διὰ σκληρότητα πρὸς τὸ μὴ περιληπτικὴν [[εἶναι]] [[μηδὲ]] μαλθακὴν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 1. 12, 3, ΙΙ. ὁ περιλαμβάνων, περιέχων, ἡ δὲ τοῦ δωδεκαέδρου [[φύσις]] περιληπτικὴ τῶν ἄλλων σχημάτων οὖσα Πλούτ. 2. 428D, πρβλ. 1003D, κτλ.· ὁ πολλὰ περιλαμβάνων, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 143· περιληπτικὸν [[ὄνομα]] Ἐτυμολ. Μέγ., κτλ.· πρβλ. [[περίληψις]]. - Ἐπίρρ. -κῶς, Κλήμ. Ἀλ. 802, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />qui a la propriété de comprendre, d'embrasser, gén..<br />'''Étymologie:''' [[περιλαμβάνω]].
}}
}}
{{grml
{{grml