καταριθμέω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=-ῶ :<br />regarder comme : τινα <i>ou</i> [[τι]] [[ἐν]] τινι mettre qqn <i>ou</i> qch au nombre de;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[καταριθμέομαι]], [[καταριθμοῦμαι]] faire le compte de, dénombrer, énumérer.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀριθμέω]].
|btext=-ῶ :<br />regarder comme : τινα <i>ou</i> [[τι]] [[ἐν]] τινι mettre qqn <i>ou</i> qch au nombre de;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[καταριθμέομαι]], [[καταριθμοῦμαι]] faire le compte de, dénombrer, énumérer.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀριθμέω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κατᾰριθμέω''': μετρῶ, ὑπολογίζω, [[μεταξύ]]…, μετά τινων Εὐρ. Τρῳ. 872· ἔν τισι Πλάτ. Πολιτικ. 266Α, πρβλ. Διόδ. 4. 85, Πλουτ. Σόλ. 12.- Παθ., Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 8, 1., 7. 9, 8, κ. ἀλλ. 2) διηγοῦμαι λεπτομερῶς, τὴν ἀτοπίαν σου Πλάτ. Συμπ. 215Α· κ. τινί τι, [[γράφω]] εἰς τὸν λογαριασμόν τινος, ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. 266Ε·- ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ἀφηγοῦμαι, ἐκθέτω, ἀριθμῶ, ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 27Β, ἐν ᾧ καταριθμοῦνται ᾄδοντες Γοργ. 451· εἰ πάσας τὰς ἐκείνου πράξεις καταριθμησαίμεθα Ἰσοκρ. 4Α· τι [[πρός]] τινα Αἰσχίν. 61. 16 καὶ 25· καὶ ὁ Ἀριστ. μεταχειρίζεται παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., κατηριθμημένοι τῶν πολλῶν δόξας, μετρήσαντες, συγκεφαλαιώσαντες, Τοπ. 1. 2, 1. 3) ἐν τῷ μέσ. [[ὡσαύτως]], θεωρῶ, «[[λογαριάζω]]», εὐδαιμονέστατον κ. τινα Πλάτ. Φίληβ. 47Β· τὴν πρᾶξιν κ. ἐν ἀδικήματι Πολύβ. 5. 67, 5. ΙΙ. ἀπολ., [[λογαριάζω]], μετρῶ, [[κάμνω]] λογαριασμόν, διὰ τί πάντες ἄνθρωποι εἰς τὰ [[δέκα]] καταριθμοῦσιν; Ἀριστ. Προβλ. 15. 3, 1.
|elnltext=κατ-αριθμέω, ook med. tot iets rekenen, met ἐν + dat.:; κατηριθμημένος ἦν ἡμῖν hij (Judas) werd tot onze groep gerekend NT Act. Ap. 1.17; met μετά + gen.:; κατηρίθμηται Τρῳάδων ἄλλων μέτα zij (Helena) hoort gewoon bij de andere Trojaanse vrouwen Eur. Tr. 872; beschouwen als, met dubbele acc.: εὐδαιμονέστατον κ. τινα iemand als de gelukkigste beschouwen Plat. Phlb. 47b. opsommen:. τὴν ἀτοπίαν σου jouw eigenaardigheden Plat. Smp. 215a.
}}
{{elru
|elrutext='''κατᾰριθμέω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[считать]], [[сосчитывать]]: κ. εἰς τὰ [[δέκα]] Arst. считать десятками;<br /><b class="num">2)</b> med. [[пересчитывать]] (по одиночке), перечислять (τὰς πράξεις τινός Isocr.; τὰς μάχας Plut.);<br /><b class="num">3)</b> тж. med. [[причислять]], [[относить]] (τινα [[μετά]] τινων Eur., Arst.; τινα ἔν τισι Plat.; κατηριθμημένος σὺν [[ἡμῖν]] NT): τὶ ἐν ἀδικήματι καταριθμεῖσθαι Polyb. считать что-л. несправедливостью; εὐδαιμονέστατον καταριθμεῖσθαί τινα Plat. считать кого-л. величайшим счастливцем.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 28: Line 31:
|lsmtext='''κατᾰριθμέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[μετρώ]] ή [[υπολογίζω]] [[ανάμεσα]] σε άλλα, σε Ευρ., Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[διηγούμαι]] με [[λεπτομέρεια]], σε Πλάτ. — Μέσ., [[θεωρώ]], [[λογαριάζω]], στον ίδ.
|lsmtext='''κατᾰριθμέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[μετρώ]] ή [[υπολογίζω]] [[ανάμεσα]] σε άλλα, σε Ευρ., Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> [[διηγούμαι]] με [[λεπτομέρεια]], σε Πλάτ. — Μέσ., [[θεωρώ]], [[λογαριάζω]], στον ίδ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κατᾰριθμέω:'''<br /><b class="num">1)</b> [[считать]], [[сосчитывать]]: κ. εἰς τὰ [[δέκα]] Arst. считать десятками;<br /><b class="num">2)</b> med. [[пересчитывать]] (по одиночке), перечислять (τὰς πράξεις τινός Isocr.; τὰς μάχας Plut.);<br /><b class="num">3)</b> тж. med. [[причислять]], [[относить]] (τινα [[μετά]] τινων Eur., Arst.; τινα ἔν τισι Plat.; κατηριθμημένος σὺν [[ἡμῖν]] NT): τὶ ἐν ἀδικήματι καταριθμεῖσθαι Polyb. считать что-л. несправедливостью; εὐδαιμονέστατον καταριθμεῖσθαί τινα Plat. считать кого-л. величайшим счастливцем.
|lstext='''κατᾰριθμέω''': μετρῶ, ὑπολογίζω, [[μεταξύ]]…, μετά τινων Εὐρ. Τρῳ. 872· ἔν τισι Πλάτ. Πολιτικ. 266Α, πρβλ. Διόδ. 4. 85, Πλουτ. Σόλ. 12.- Παθ., Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 8, 1., 7. 9, 8, κ. ἀλλ. 2) διηγοῦμαι λεπτομερῶς, τὴν ἀτοπίαν σου Πλάτ. Συμπ. 215Α· κ. τινί τι, [[γράφω]] εἰς τὸν λογαριασμόν τινος, ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. 266Ε·- ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ἀφηγοῦμαι, ἐκθέτω, ἀριθμῶ, ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 27Β, ἐν ᾧ καταριθμοῦνται ᾄδοντες Γοργ. 451· εἰ πάσας τὰς ἐκείνου πράξεις καταριθμησαίμεθα Ἰσοκρ. 4Α· τι [[πρός]] τινα Αἰσχίν. 61. 16 καὶ 25· καὶ ὁ Ἀριστ. μεταχειρίζεται παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., κατηριθμημένοι τῶν πολλῶν δόξας, μετρήσαντες, συγκεφαλαιώσαντες, Τοπ. 1. 2, 1. 3) ἐν τῷ μέσ. [[ὡσαύτως]], θεωρῶ, «[[λογαριάζω]]», εὐδαιμονέστατον κ. τινα Πλάτ. Φίληβ. 47Β· τὴν πρᾶξιν κ. ἐν ἀδικήματι Πολύβ. 5. 67, 5. ΙΙ. ἀπολ., [[λογαριάζω]], μετρῶ, [[κάμνω]] λογαριασμόν, διὰ τί πάντες ἄνθρωποι εἰς τὰ [[δέκα]] καταριθμοῦσιν; Ἀριστ. Προβλ. 15. 3, 1.
}}
{{elnl
|elnltext=κατ-αριθμέω, ook med. tot iets rekenen, met ἐν + dat.:; κατηριθμημένος ἦν ἡμῖν hij (Judas) werd tot onze groep gerekend NT Act. Ap. 1.17; met μετά + gen.:; κατηρίθμηται Τρῳάδων ἄλλων μέτα zij (Helena) hoort gewoon bij de andere Trojaanse vrouwen Eur. Tr. 872; beschouwen als, met dubbele acc.: εὐδαιμονέστατον κ. τινα iemand als de gelukkigste beschouwen Plat. Phlb. 47b. opsommen:. τὴν ἀτοπίαν σου jouw eigenaardigheden Plat. Smp. 215a.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj