χωλίαμβος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />choliambe, vers iambique boiteux, <i>càd</i> terminé par un spondée.<br />'''Étymologie:''' [[χωλός]], [[ἴαμβος]].
|btext=ου (ὁ) :<br />choliambe, vers iambique boiteux, <i>càd</i> terminé par un spondée.<br />'''Étymologie:''' [[χωλός]], [[ἴαμβος]].
}}
{{elru
|elrutext='''χωλίαμβος:''' ὁ стих. холиамб, т. е. хромой ямб (ямбический сенарий, последняя стопа которого заменена спондеем или хореем: ∪‒́∪‒́∪‒́∪‒́∪‒́∪̲).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 24: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χωλίαμβος:''' ὁ, [[χωλός]] [[ίαμβος]], δηλ. [[στίχος]] που έχει σπονδείο αντί ίαμβο στην τελευταία [[συλλαβή]], λέγεται ότι επινοήθηκε από τον Ιππώνακτα.
|lsmtext='''χωλίαμβος:''' ὁ, [[χωλός]] [[ίαμβος]], δηλ. [[στίχος]] που έχει σπονδείο αντί ίαμβο στην τελευταία [[συλλαβή]], λέγεται ότι επινοήθηκε από τον Ιππώνακτα.
}}
{{elru
|elrutext='''χωλίαμβος:''' ὁ стих. холиамб, т. е. хромой ямб (ямбический сенарий, последняя стопа которого заменена спондеем или хореем: ∪‒́∪‒́∪‒́∪‒́∪‒́∪̲).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj