δειπνίτις: Difference between revisions

From LSJ

καὶ τοσαύτῃ περιουσίᾳ χρήσασθαι πονηρίας → in the veriest extravagance of malice

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=δειπνῑτις (-ιδος), η (Α) [[δείπνον]]<br /><b>φρ.</b> «δειπνῖτις [[στολή]]» — [[ενδυμασία]] κατάλληλη για [[δείπνο]].
|mltxt=δειπνῖτις (-ιδος), η (Α) [[δείπνον]]<br /><b>φρ.</b> «δειπνῖτις [[στολή]]» — [[ενδυμασία]] κατάλληλη για [[δείπνο]].
}}
}}

Latest revision as of 14:38, 6 February 2024

Greek Monolingual

δειπνῖτις (-ιδος), η (Α) δείπνον
φρ. «δειπνῖτις στολή» — ενδυμασία κατάλληλη για δείπνο.