3,277,206
edits
(13_4) |
(6_13b) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1135.png Seite 1135]] lispeln, schnarren, bes. von denen, die einen Buchstaben nicht deutlich aussprechen, wie Alkibiades R als L sprach, Ar. Vesp. 44 Nubb. 852. 1363; Asclpds 16 (XII, 162). – Med. bei Arist. H. A. 4, 9, zw. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1135.png Seite 1135]] lispeln, schnarren, bes. von denen, die einen Buchstaben nicht deutlich aussprechen, wie Alkibiades R als L sprach, Ar. Vesp. 44 Nubb. 852. 1363; Asclpds 16 (XII, 162). – Med. bei Arist. H. A. 4, 9, zw. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''τραυλίζω''': μέλλ. Ἀττ. -ιῶ, (τραυλὸς) ὡς καὶ νῦν [[τραυλίζω]], «τσηβδίζω», Λατ. balbutire, ὡς ὁ Ἀλκιβιάδης [[ὅστις]] προέφερε τὸ ρ ὡς λ, εἶτ’ Ἀλκιβιάδης εἶπε [[πρός]] με τραυλίσας, ὁλᾷς, Θέωλος τὴν κεφαλὴν κόλακος ἔχει Ἀριστοφ. Σφ. 44 κἑξ.· ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, κλασαυχενεύεταί τε καὶ τραυλίζεται Ἄρχιππος ἐν Ἀδήλ. 3· ψελλίζονται καὶ τραυλίζουσι· τοῦτο δ’ ἔστιν [[ἔνδεια]] τῶν γραμμάτων Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 2. 17, 3· ἐπὶ παιδίων, Ἀριστοφ. Νεφ. 862. 1381, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 9, 17. ― [[Κατὰ]] Γαλην. τ. 9, σ. 268: «[[ὥσπερ]] τὸ ψελλίζεσθαι τῆς διαλέκτου [[πάθος]] ἐστίν, οὐ τῆς φωνῆς, οὕτω καὶ τὸ τραυλίζειν, μὴ δυναμένης τῆς γλώσσης ἀκριβῶς ἐκείνας διαρθροῦν τὰς φωνάς, ὅσαι διὰ τοῦ τ καὶ τοῦ ρ λέγονται, ... ὅσαι τε ἄλλαι παραπλήσιαι». | |||
}} | }} |