δοκιμαστός: Difference between revisions

big3_12
(6_10)
(big3_12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δοκιμαστός''': -ή, -όν, ([[δοκιμάζω]]), δεδοκιμασμένος, Διογ. Λ. 7. 105.
|lstext='''δοκιμαστός''': -ή, -όν, ([[δοκιμάζω]]), δεδοκιμασμένος, Διογ. Λ. 7. 105.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[aprobado]], [[aceptado]] δοκιμαστὰ τάλαντα después de verificar su autenticidad <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1492.102 (IV a.C.), πᾶν ἀγαθὸν ... δ. ... ὑπάρχειν Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.22, ὅτι δοκιμαστόν ἐστιν ἀνυπόπτως ref. la virtud, Chrysipp.<i>Stoic</i>.3.49, πράγματα Diog.Bab.<i>Stoic</i>.3.219, παραγγείλῃ τοῖς οἰκείοις ... τὴν ἀξίωσιν σοῦ δοκιμαστήν anuncia a los familiares que tu petición ha sido aceptada</i>, <i>SB</i> 7558.36 (II d.C.), αὕτη δὲ δ. καὶ θαυμαστὴ τριζῳδία Vett.Val.289.1.
}}
}}