3,274,919
edits
(6_18) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύγκληρος''': -ον, ὁ συμμεριζόμενος τὸν αὐτὸν κλῆρον, συνορεύων, γειτνιάζων, γειτονικός, χθὼν Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 32˙ τείχεα Νικ. Ἀλεξιφ. 1. ΙΙ. ἐπὶ τοῦ [[αὐτοῦ]] κλήρου ὁριζόμενος, τὴν αὐτὴν τύχην ἔχων, [[ὁμόκληρος]] σ. θνητῷ βίῳ Πλούτ. 2. 103F˙ [[μετὰ]] γεν. Λυκόφρ. 995. | |lstext='''σύγκληρος''': -ον, ὁ συμμεριζόμενος τὸν αὐτὸν κλῆρον, συνορεύων, γειτνιάζων, γειτονικός, χθὼν Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 32˙ τείχεα Νικ. Ἀλεξιφ. 1. ΙΙ. ἐπὶ τοῦ [[αὐτοῦ]] κλήρου ὁριζόμενος, τὴν αὐτὴν τύχην ἔχων, [[ὁμόκληρος]] σ. θνητῷ βίῳ Πλούτ. 2. 103F˙ [[μετὰ]] γεν. Λυκόφρ. 995. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />assigné par un sort commun.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[κλῆρος]]. | |||
}} | }} |