χρωματίζω: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_13a)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χρωμᾰτίζω''': μέλλ. -ίσω, «βάφω», [[χρωματίζω]], Ἀριστ. περὶ Ζῴων Μορ. 3. 3, 9, περὶ Ζῴων Γενέσ. 2. 7, 18, Θεοφρ. περὶ Ὀσμ. 31· σιραίῳ χρωματίσας Ἄλεξις ἐν «Πονήρᾳ» 2. - Παθ., ἔχω ἢ [[λαμβάνω]] χρῶμά τι, Ἱππ. Κωακ. Προγν. 178· χρ. παντοδαπὰς χρόας Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 2, κλπ.
|lstext='''χρωμᾰτίζω''': μέλλ. -ίσω, «βάφω», [[χρωματίζω]], Ἀριστ. περὶ Ζῴων Μορ. 3. 3, 9, περὶ Ζῴων Γενέσ. 2. 7, 18, Θεοφρ. περὶ Ὀσμ. 31· σιραίῳ χρωματίσας Ἄλεξις ἐν «Πονήρᾳ» 2. - Παθ., ἔχω ἢ [[λαμβάνω]] χρῶμά τι, Ἱππ. Κωακ. Προγν. 178· χρ. παντοδαπὰς χρόας Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 5, 2, κλπ.
}}
{{bailly
|btext=colorer, teindre.<br />'''Étymologie:''' [[χρῶμα]].
}}
}}