λαγοθηρέω: Difference between revisions

3
(6_2)
(3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λᾰγοθηρέω''': [[θηρεύω]], κυνηγῶ λαγωούς, Ἀριστοφ. Λυσ. 789, ἐν τῷ παρατ. ἐλαγοθήρει· διάφ. γραφή: -[[θήρα]], πρβλ. [[ὀρνιθοθηρέω]].
|lstext='''λᾰγοθηρέω''': [[θηρεύω]], κυνηγῶ λαγωούς, Ἀριστοφ. Λυσ. 789, ἐν τῷ παρατ. ἐλαγοθήρει· διάφ. γραφή: -[[θήρα]], πρβλ. [[ὀρνιθοθηρέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''λᾰγοθηρέω:''' охотиться на зайцев Arph.
}}
}}