ὑποβλήδην: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_7)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑποβλήδην''': Ἐπίρρ., ὑποβάλλων τὸν [[ἑαυτοῦ]] λόγον καὶ διακόπτων τὸν λέγοντα, τὸν δ’ ἄρ’ [[ὑποβλήδην]] ἠμείβετο [[δῖος]] Ἀχιλλεὺς Ἰλ. Α. 292· πρβλ. Herm. Opusc. 5. 305 κἑξ., καὶ ἴδε [[ὑποβάλλω]] ΙΙΙ, ὑποβολὴ Ι. 3. ΙΙ. καθ’ ὑποβολήν, ψευδῶς, ὑπ. ἐτέκοντο Μανέθων 6. 262. ΙΙΙ. λοξῶς, πλαγίως, ὑπ. ἐσκέψατο Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 415· ἴδε Herm. ἔνθ’ ἀνωτ.
|lstext='''ὑποβλήδην''': Ἐπίρρ., ὑποβάλλων τὸν [[ἑαυτοῦ]] λόγον καὶ διακόπτων τὸν λέγοντα, τὸν δ’ ἄρ’ [[ὑποβλήδην]] ἠμείβετο [[δῖος]] Ἀχιλλεὺς Ἰλ. Α. 292· πρβλ. Herm. Opusc. 5. 305 κἑξ., καὶ ἴδε [[ὑποβάλλω]] ΙΙΙ, ὑποβολὴ Ι. 3. ΙΙ. καθ’ ὑποβολήν, ψευδῶς, ὑπ. ἐτέκοντο Μανέθων 6. 262. ΙΙΙ. λοξῶς, πλαγίως, ὑπ. ἐσκέψατο Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 415· ἴδε Herm. ἔνθ’ ἀνωτ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />en prenant la parole à son tour, en répliquant.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποβάλλω]].
}}
}}