συνεκμοχλεύω: Difference between revisions

39
(6_1)
(39)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνεκμοχλεύω''': [[ἐκμοχλεύω]] [[ὁμοῦ]] ἢ συγχρόνως, προσπαθῶ μετ’ ἄλλου ἢ συγχρόνως ν’ ἀνοίξω διὰ τοῦ μοχλοῦ, Ἀριστοφ. Λυσ. 430.
|lstext='''συνεκμοχλεύω''': [[ἐκμοχλεύω]] [[ὁμοῦ]] ἢ συγχρόνως, προσπαθῶ μετ’ ἄλλου ἢ συγχρόνως ν’ ἀνοίξω διὰ τοῦ μοχλοῦ, Ἀριστοφ. Λυσ. 430.
}}
{{grml
|mltxt=Α<br />[[προσπαθώ]] [[μαζί]] με άλλους ή συγχρόνως να [[ανοίγω]] [[κάτι]] με μοχλό.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκμοχλεύω]] «[[μετατοπίζω]] [[κάτι]] με τη [[βοήθεια]] μοχλού»].
}}
}}