διάγνωσις: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διάγνωσις''': -εως, ἡ, τὸ διακρίνειν, [[μέσον]] πρὸς διάκρισιν, Εὐρ. Ἱππ. 926· καλῶν ἢ μὴ τοιούτων τίς δ.; Δημ. 269. 27· δ. φωνῆς καὶ σιγῆς Ἀριστ. Οὐρ. 2. 9, 4· ἰδίως ἐπὶ τῆς ἰατρικῆς διαγνώσεως, Ἱππ. Κεφ. Τρωμ. 901, Γαλην. 5, 121. 2) [[δύναμις]] τοῦ διακρίνειν, Εὐρ. Ἱππ. 696. ΙΙ. σχηματισμὸς γνώμης, [[ἀπόφασις]], δ. ποιεῖσθαι, διαγινώσκω, ἀποφασίζω, [[ὁρίζω]] τι, Ἀντιφῶν 143. 30, Θουκ. 1. 50· ταχίστην ἔχει δ. Ἰσοκρ. 9C· δ. τῆς ἀξίας ποιεῖσθαι, [[ὁρίζω]] τὴν ἀξίαν, Πλάτ. Νόμ. 865C· δ. [[περί]] τινος Δημ. 227. 25.
|lstext='''διάγνωσις''': -εως, ἡ, τὸ διακρίνειν, [[μέσον]] πρὸς διάκρισιν, Εὐρ. Ἱππ. 926· καλῶν ἢ μὴ τοιούτων τίς δ.; Δημ. 269. 27· δ. φωνῆς καὶ σιγῆς Ἀριστ. Οὐρ. 2. 9, 4· ἰδίως ἐπὶ τῆς ἰατρικῆς διαγνώσεως, Ἱππ. Κεφ. Τρωμ. 901, Γαλην. 5, 121. 2) [[δύναμις]] τοῦ διακρίνειν, Εὐρ. Ἱππ. 696. ΙΙ. σχηματισμὸς γνώμης, [[ἀπόφασις]], δ. ποιεῖσθαι, διαγινώσκω, ἀποφασίζω, [[ὁρίζω]] τι, Ἀντιφῶν 143. 30, Θουκ. 1. 50· ταχίστην ἔχει δ. Ἰσοκρ. 9C· δ. τῆς ἀξίας ποιεῖσθαι, [[ὁρίζω]] τὴν ἀξίαν, Πλάτ. Νόμ. 865C· δ. [[περί]] τινος Δημ. 227. 25.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>I.</b> ([[διαγιγνώσκω]] discerner);<br /><b>1</b> action de discerner : [[οὐ]] [[ῥᾳδίως]] διάγνωσιν ἐποιοῦντο ὁποῖοι… THC ils ne distinguaient pas facilement qui…;<br /><b>2</b> pouvoir de discerner : [[διάγνωσις]] φρενῶν EUR faculté qu’a l’esprit de discerner, le discernement;<br /><b>3</b> moyen de discerner;<br /><b>II.</b> ([[διαγιγνώσκω]] décider) action de décider, décision : [[περί]] τινος au sujet de qch.<br />'''Étymologie:''' [[διαγιγνώσκω]].
}}
}}