ἐκφλεγματόομαι: Difference between revisions

big3_14b
(6_20)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκφλεγμᾰτόομαι''': παθ., μεταβάλλομαι εἰς [[φλέγμα]], Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 394.
|lstext='''ἐκφλεγμᾰτόομαι''': παθ., μεταβάλλομαι εἰς [[φλέγμα]], Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 394.
}}
{{DGE
|dgtxt=medic., sent. dud., quizá [[hinchar]], o bien [[calentar mucho]], [[inflamar]] (ὄξος) τὰ μὲν γὰρ πικρὰ διαλύεται καὶ ἐκφλεγματοῦται μετεωριζόμενα ὑπ' [[αὐτοῦ]] Hp.<i>Acut</i>.61.
}}
}}