3,276,984
edits
(6_10) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεφαλαργία''': ἡ, μεταγεν. [[τύπος]] ἀντὶ τοῦ [[κεφαλαλγία]], Λουκ. Δίκη Φωνηέντ. 4· πρβλ. Schäf. Γρηγ. σ. 158· ― οὕτω κεφαλαργέω, (νῦν γράφεται [[κεφαλαλγέω]]), ἐνοχλῶ λαλῶν, Ἡσύχ. ἐν λέξ. ὠτοκοπεῖ. | |lstext='''κεφαλαργία''': ἡ, μεταγεν. [[τύπος]] ἀντὶ τοῦ [[κεφαλαλγία]], Λουκ. Δίκη Φωνηέντ. 4· πρβλ. Schäf. Γρηγ. σ. 158· ― οὕτω κεφαλαργέω, (νῦν γράφεται [[κεφαλαλγέω]]), ἐνοχλῶ λαλῶν, Ἡσύχ. ἐν λέξ. ὠτοκοπεῖ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />mal de tête.<br />'''Étymologie:''' par dissimil. de [[κεφαλαλγία]]. | |||
}} | }} |